Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2020

Τουρκία. Ένας δύστροπος, πονηρός και αναθεωρητικός ταραξίας.


Γράφει ο Αντιστράτηγος (ε.α.) Αντώνης Βασιλείου*.

Η Μεσόγειος και τα Βαλκάνια αποτελούν μόνιμο στόχο της τουρκίας στην στρατηγική της προσπάθεια να αναβιώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία. 

Στο χώρο της Μεσογείου η στρατηγική της Τουρκίας είναι μεταξύ άλλων και η απομόνωση των δύο ισχυρότερων χωρών, του Ισραήλ και της Αιγύπτου, από τις στρατιωτικές ασκήσεις του ΝΑΤΟ. Ακολούθησε και ακολουθεί μια πολιτική αποκλεισμού της Αιγύπτου και του Ισραήλ από τις μεγάλες στρατιωτικές δραστηριότητες του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των κοινών ασκήσεων, στο πλαίσιο της πλατφόρμας του Mediterranean Dialogue (MD). 

Ο Μεσογειακός Διάλογος (MD) ξεκίνησε το 1994 από το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (NAC) και σήμερα περιλαμβάνει επτά μη ΝΑΤΟϊκές χώρες στην περιοχή της Μεσογείου: Αλγερία, Αίγυπτο, Ισραήλ, Ιορδανία, Μαυριτανία, Μαρόκο και Τυνησία. Το πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκε για την ανάπτυξη πολιτικού διαλόγου και πρακτικής συνεργασίας μεταξύ της Συμμαχίας και των εταίρων της στην περιοχή της Μεσογείου.


Σύμφωνα με στρατιωτικά μνημόνια του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου που έχουν κατατεθεί στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία απαίτησε να λαμβάνονται ξεχωριστές αποφάσεις του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου (NAC) για κάθε άσκηση που θα διεξαχθεί από τη συμμαχία του ΝΑΤΟ στο πλαίσιο του MD, προκειμένου να περιοριστεί η ισραηλινή και αιγυπτιακή συμμετοχή σε αυτές τις δραστηριότητες. Ζήτησε επίσης οι στρατιωτικές ασκήσεις να είναι ανοικτές μόνο στα κράτη-εταίρους του ΝΑΤΟ και μετά από έγκριση της Στρατιωτικής Επιτροπής - Military Committee (MC) του ΝΑΤΟ και από απόφαση του NAC να επιτρέπεται ή όχι στους εταίρους του MD να παρακολουθούν κοινές ασκήσεις ως παρατηρητές.

Το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (NAC) είναι το ύψιστο όργανο λήψεως αποφάσεων του ΝΑΤΟ, με όλες τις αποφάσεις να λαμβάνονται επί τη βάση της ομοφωνίας. Ωστόσο, τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας, αντιτάχθηκαν στην πρόταση αυτή της Τουρκίας καθότι τέτοιες απαιτήσεις θα υπονόμευαν τη συνεργασία του ΝΑΤΟ με τους εταίρους της στην περιοχή της Μεσογείου.

Μετά την πτώση του καθεστώτος Hosni Mubarak στην Αίγυπτο, Τούρκοι διπλωμάτες στο ΝΑΤΟ προσπάθησαν να αποτυπώσουν τη θετική θέση της Τουρκίας για την μουσουλμανική αδελφότητα στις πολιτικές εξελίξεις στην Αίγυπτο στο ΝΑΤΟϊκό Εγχειρίδιο Εκτιμήσεως Στρατηγικών Πληροφοριών (NATO Strategic Intelligence Estimate document), πλην όμως δεν τα κατάφεραν λόγω αντίδρασης των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Ελλάδας και της Ιταλίας

Ο τότε πρωθυπουργός Recep Tayyip Erdogan κινήθηκε γρήγορα για να αποκτήσει επιρροή στο Κάϊρο κατά τη διάρκεια της προεδρίας του αδελφού μουσουλμάνου Mohammed Morsi. Ωστόσο, μετά την απομάκρυνση του Morsi από την εξουσία τον Ιούνιο του 2013, η Άγκυρα έχασε πλήρως τα οφέλη της και πρόσφερε στην ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας καταφύγιο στο έδαφος της. Σε απάντηση, η Αίγυπτος έδωσε στον Τούρκο πρεσβευτή στην Αίγυπτο 48 ώρες για να εγκαταλείψει τη χώρα, ξεκινώντας μια ταχεία επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Από τότε, οι εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου κλιμακώνονται και με τη σειρά τους επηρεάζουν την πολιτική κατάσταση στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.

Στις 14 Δεκεμβρίου 2019, η τουρκική κυβέρνηση κατέθεσε στο τουρκικό κοινοβούλιο το μνημόνιο συμφωνίας (MOU) που υπεγράφη πρόσφατα μεταξύ της Τουρκίας και της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας (GNA) της Λιβύης, και παράλληλα δήλωσε ότι είναι έτοιμη να στείλει στρατεύματα για να βοηθήσει την κυβέρνηση που υποστηρίζεται από την ΟΗΕ στη Λιβύη. Η κίνηση της Άγκυρας έφερε και πάλι εντάσεις στη Μεσόγειο. Την επόμενη μέρα, ο Αιγύπτιος πρόεδρος Abdel-Fattah el-Sissi κάλεσε τρίτες χώρες να σταματήσουν να παρεμβαίνουν στη Λιβύη. Επιπλέον, η Αίγυπτος απέρριψε αμέσως το Τούρκο – Λιβυκό μνημόνιο κατανόησης (MOU) με το οποίο οριοθετούνται η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ τους, καθότι παραβιάζει το διεθνές δίκαιο.

Στο χώρο των Βαλκανίων και στην προσπάθεια της να επεκτείνει την επιρροή της και να θέσει το αποτύπωμα της αμυντικής της βιομηχανίας στην περιοχή, ότι δεν κατάφερε να επιτύχει μέσω των Σκοπίων, προσπαθεί να το επιτύχει μέσω της Ποντγκόριτσα βλέποντας το Μαυροβούνιο ως εφαλτήριο για διείσδυση της στη νοτιοανατολική Ευρώπη.

Η νέα συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για τη θέσπιση μηχανισμού συνεργασίας στην αμυντική βιομηχανία, στοχεύει να ανοίξει την αγορά του Μαυροβουνίου και της γειτονιά του στις τουρκικές αμυντικές εταιρείες που ελέγχει ο Πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan. Αυτό συμβαδίζει με πρόσφατες συμφωνίες και εξελίξεις που επιβεβαιώνουν ότι ο αμυντικός τομέας της Τουρκίας έχει γίνει εργαλείο της Άγκυρας για την αύξηση της επιρροής και την ενίσχυση της παρουσίας της σε ξένες χώρες.

Η συμφωνία καλύπτει την πώληση έτοιμου στρατιωτικού και αμυντικού εξοπλισμού που παράγεται μέσω κοινών έργων σε τρίτες χώρες και μεταφοράς τεχνολογίας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα (Nordic Monitor), αυτή η διμερής συμφωνία ρυθμίζει την οικονομική πτυχή του μηχανισμού συνεργασίας. Από την άποψη αυτή, η Τουρκία θα διαθέτει χρηματοδοτικές πηγές σε κοινά έργα υπό την προϋπόθεση ότι Τούρκοι εργολάβοι θα συμμετέχουν στην εκτέλεση των έργων και η Τουρκία επίσης θα χορηγήσει δωρεάν στρατιωτικά οχήματα και εξοπλισμό στο Μαυροβούνιο με στόχο να αυξήσει την επιρροή της στη χώρα.

Η συμφωνία συνεργασίας και το πρωτόκολλο οικονομικής βοήθειας μεταξύ των δύο χωρών υπογράφηκε από τον υπουργό Άμυνας της τουρκίας Hulusi Akar και τον υπουργό Άμυνας του Μαυροβουνίου Predrag Boskovic στην Άγκυρα την 1η Οκτωβρίου 2019 και υποβλήθηκε στο τουρκικό κοινοβούλιο για επικύρωση στις 2 Οκτωβρίου 2019 από τον Πρόεδρο Erdogan. Η συμφωνία ισχύει για πέντε χρόνια με αυτόματη ανανέωση. 

Ο πρόεδρος Erdogan ενοποιώντας τους κατασκευαστές όπλων και τις κρατικές υπηρεσίες προμήθειας, τις έθεσε υπό τον άμεσο και έμμεσο έλεγχο του χρησιμοποιώντας τη στρατιωτική βιομηχανία για τη διατήρηση και χρηματοδότηση του ισλαμικού καθεστώτος του. Η συμφωνία θα καταστήσει το Μαυροβούνιο σημαντική αγορά στα Βαλκάνια και την ΝΑ Ευρώπη για την τουρκική αμυντική βιομηχανία υπό την ηγεσία εταιρειών που ελέγχονται από τον Πρόεδρο Erdogan και τα μέλη της οικογένειας του.

Δυστυχώς η χώρα μας στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας καίτοι έχει τις δυνατότητες και την προοπτική, σκοπίμως (???) υστερεί έναντι των ανταγωνιστών της και αφήνει ελεύθερο πεδίο δράσης στην γειτονιά μας με απρόβλεπτες συνέπειες στο άμεσο μέλλον.

* Ο Αντώνης Βασιλείου είναι Αντιστράτηγος (εα), Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός, MSc Επιχειρησιακός Ερευνητής, τ. Σύμβουλος ΟΑΣΕ επί Συμβατικών Εξοπλισμών και τ. Μελετητής των Συστημάτων Διοικήσεως και Ελέγχου Πληροφοριών του ΝΑΤΟ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου