Γράφει ο Αντιστράτηγος (ε.α.) Αντώνης Βασιλείου*.
Η σημερινή ηγεσία της Τουρκίας του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δημιουργεί μια κρίση κάθε μήνα με διαφορετικές χώρες, ως έναν τρόπο για την ικανοποίηση του εθνικισμού και του θρησκευτικού εξτρεμισμού και για να αποσπά την προσοχή του λαού του από την κατάρρευση της οικονομίας. Τον περασμένο Νοέμβριο, η Τουρκία υπέγραψε παράνομο μνημόνιο με την κυβέρνηση της Τρίπολης στη Λιβύη, με το οποίο διεκδικεί μία τεράστια περιοχή της Μεσογείου. Έτσι η Τουρκία ξεκίνησε μια πορεία σύγκρουσης με την Αίγυπτο, την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Ας δούμε πώς λειτουργεί η στρατηγική της «κρίσης του μήνα» για την Άγκυρα. Κάθε μήνα η ηγεσία επιλέγει είτε μια νέα εισβολή στο Ιράκ, είτε στη Συρία, ή να ενοχλήσει την Ελλάδα ή την Αίγυπτο ή την Κύπρο. Για παράδειγμα, στις 15 Ιουνίου η Άγκυρα ξεκίνησε την Επιχείρηση «Claw-Eagle», βομβαρδίζοντας χωριά σε όλο το βόρειο Ιράκ, ισχυριζόμενη ότι «εξουδετερώνει τους μαχητές του ΡΚΚ» καίτοι δεν υπήρχαν στοιχεία ότι το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) είχε πραγματοποιήσει πρόσφατες επιθέσεις.
Η Τουρκία απλώς άρχισε να βομβαρδίζει με F-16 και drones, επειδή έπρεπε να αναθέσει στον στρατό του να κάνει κάτι κάθε μήνα. Από το δήθεν πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, η Άγκυρα χρησιμοποιεί τον στρατό της όσο το δυνατόν περισσότερο για να τον κρατήσει απασχολημένο. Για παράδειγμα, εισέβαλε στη Συρία με την Επιχείρηση «Euphrates Shield» το 2016 και το 2017. Στη συνέχεια, τον Ιανουάριο του 2018 εισέβαλε στην πόλη Afrin, στη βόρεια Συρία, εξαναγκάζοντας 160.000 Κούρδους να φύγουν από τα σπίτια τους. Το Afrin είναι τώρα κέντρο εμπορίας ανθρώπων και εθνοκάθαρσης, όπου οι μειονότητες αναγκάστηκαν να φύγουν από τους εξτρεμιστές της Συρίας που υποστηρίζονται από τους Τούρκους.