Γράφει ο Αντιστράτηγος (ε.α.) Αντώνης Βασιλείου*.
Το πρόσφατο Μνημόνιο Κατανόησης (MOU) μεταξύ της Τουρκίας και της Κυβέρνησης της Εθνικής
Συμφωνίας (GNA) της Λιβύης, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το ψήφισμα του
Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑ/ΟΗΕ) 1970/2011, και ανοίγει το
δρόμο για συστηματική παραβίαση των προβλέψεων του εν λόγω ψηφίσματος. Μετά την
υπογραφή του MOU, η κυβέρνηση του
Προέδρου Erdogan ενίσχυσε τις παράνομες
δραστηριότητες που απαγορεύονται ρητά από το ψήφισμα 1970/2011 του ΣΑ/ΟΗΕ (Διαβάστε ΕΔΩ όλο το ψήφισμα).
Η Λιβυκή Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας και η Άγκυρα
υπέγραψαν δύο MOUs στις 27 Νοεμβρίου 2019. Ένα για την ασφάλεια
και τη στρατιωτική συνεργασία και ένα για τα θαλάσσια σύνορα στην ανατολική
Μεσόγειο.
Παρά το εμπάργκο όπλων από τον ΟΗΕ, το MOU ασφαλείας και στρατιωτικής συνεργασίας,
επιτρέπει την παροχή κατάρτισης, παροχής συμβουλών, μεταφοράς εμπειρίας,
προγραμματισμού και υλικής υποστήριξης από την Τουρκία για την εγκατάσταση «Δύναμης
Ταχείας Αντίδρασης που θα καλύπτει τις αστυνομικές και στρατιωτικές δραστηριότητες
στη Λιβύη».
Σε υλοποίηση του MOU ασφαλείας και στρατιωτικής συνεργασίας, η Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας της Λιβύης ζήτησε
από την Άγκυρα την υποστήριξη με δυνάμεις στρατού, ναυτικού και αεροπορίας. Από
τότε, η τουρκική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει τις προετοιμασίες για την ανάπτυξη
των στρατευμάτων της στη Λιβύη, ενώ επιταχύνει τις επιχειρήσεις της για να
στείλει τις ιδιωτικές παραστρατιωτικές μονάδες του Ερντογάν (SADAT) καθώς και
τζιχαντιστές για να πολεμήσουν για την GNA. Τον Δεκέμβριο του 2019, η Τουρκία
ξεκίνησε τη μεταφορά τζιχαντιστών από την περιοχή του Idlib της Συρίας στη
Λιβύη και καθόρισε τη νομική βάση για την εξαγωγή των ριζοσπαστικών ισλαμιστών
μισθοφόρων του στη βορειοαφρικανική χώρα, στους οποίους υποσχέθηκε αμοιβή 1.500
USD μηνιαίως
και χορήγηση τουρκικής υπηκοότητας σε όσους υπηρετήσουν εκεί πάνω από 6 μήνες.
Ωστόσο, το εν λόγω MOU παραβιάζει τα σχετικά μέρη (παράγραφοι 9
και 10) του ψηφίσματος 1970/2011 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών,
τα οποία σύμφωνα με την παράγραφο 4 παραπέμπουν την κατάσταση στη Λιβύη στον
εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ). Ως εκ τούτου, το ΔΠΔ μπορεί
να ξεκινήσει έρευνα κατά του MOU, κατά των εμπειρογνωμόνων
που συμμετείχαν στη διαδικασία
διαπραγμάτευσης και από τα δύο μέρη καθώς και των συνεπειών του MOU εν ευθέτω χρόνω.
Αφενός μεν, η παράγραφος 9 απαγορεύει στα κράτη μέλη του
ΟΗΕ την «άμεση ή έμμεση προμήθεια, πώληση ή μεταφορά όπλων και συναφούς υλικού
κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένων των όπλων και των πυρομαχικών, στρατιωτικών
οχημάτων και εξοπλισμού, παραστρατιωτικού εξοπλισμού και ανταλλακτικών καθώς
και τεχνική βοήθεια, κατάρτιση, οικονομική ή άλλη βοήθεια, που σχετίζεται με
στρατιωτικές δραστηριότητες ή με την παροχή, συντήρηση ή χρήση οποιωνδήποτε
όπλων και συναφούς υλικού, συμπεριλαμβανομένης της παροχής ένοπλου μισθοφορικού
προσωπικού».
Αφετέρου δε, σύμφωνα με
την παράγραφο 10, η κυβέρνηση της Λιβύης «πρέπει να σταματήσει την εξαγωγή όλων
των όπλων και του συναφούς υλικού, και τα κράτη μέλη του ΟΗΕ πρέπει να
απαγορεύσουν στους υπηκόους των να προμηθεύσουν παρόμοια αντικείμενα στην Αραβική Τζαμαχιρία της Λιβύης.»
Εκτός από το ψήφισμα 1970 (2011), το MOU ασφαλείας Τουρκίας - Λιβύης, το οποίο
επιτρέπει στον Πρόεδρο Erdogan να μεταφέρει τις
παραστρατιωτικές μονάδες SADAT και τους Τζιχαντιστές από το Idlib στη Λιβύη,
παραβιάζει επίσης διάφορες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων
Εθνών, συμπεριλαμβανομένων των 2174/2014 και 2213/2015.
Τα ψηφίσματα 2174/2014 και 2213/2015 του Συμβουλίου
Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών τονίζουν την αυξανόμενη τάση των τρομοκρατικών
ομάδων στη Λιβύη να διακηρύσσουν υποταγή στο ισλαμικό κράτος στο Ιράκ και τη
Συρία (ISIS), τη συνεχιζόμενη παρουσία άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων που
συνδέονται με την al-Qaeda και μεμονωμένων ατόμων που ενεργούν στη Λιβύη. Επιβεβαιώνουν
την ανάγκη να καταπολεμηθούν με κάθε τρόπο και εκφράζουν την αποφασιστικότητα
να χρησιμοποιθούν στοχευμένες κυρώσεις με στόχο τη σταθερότητα και εναντίον
εκείνων των ατόμων και οντοτήτων που απειλούν τη σταθερότητα στη χώρα.
Το 2011, συστάθηκε Ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για τη
Λιβύη σύμφωνα με την απόφαση 1973/2011 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων
Εθνών, για την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων και για τον ορισμό των
ατόμων που υπόκεινται στα μέτρα που επιβλήθηκαν με το ψήφισμα 1970/2011.
Η τελευταία έκθεση της
Ομάδας αυτής, η οποία παρουσιάστηκε τον προηγούμενο μήνα, αναγνώρισε τον
πολλαπλό και συνήθη στρατιωτικό εξοπλισμό, (μη επανδρωμένα αεροσκάφη,
τεθωρακισμένα οχήματα, όπλα με λέιζερ και άλλα όπλα και πυρομαχικά) που
απεστάλησαν το 2019 από την Τουρκία από τις τουρκικές αρχές, τις επιχειρήσεις
και τους ιδιώτες κατά παράβαση του ψηφίσματος του 1970/2011 του Συμβουλίου
Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Επιπλέον, η έκθεση αποκάλυψε ότι η τουρκική
υποστήριξη στην Κυβέρνηση Εθνικής
Συμφωνίας (GNA) περιλαμβάνει όχι μόνο τις αποστολές όπλων αλλά
και την εκπαίδευση στρατιωτικού και αστυνομικού προσωπικού.
Σύμφωνα με την έκθεση, η Προεδρία της τουρκικής Αμυντικής
Βιομηχανίας (SSM) και οι τουρκικές εταιρείες όπως η BMC Otomotiv Sanayi ve
Ticaret AS, η Baykar Makina, η Akdeniz Roro Deniz Tasimaciligi Turizm Sanayi ve
Ticaret Limited Sti., Η ProAir-CharterTransport GmbH, η Plures Air Cargo, Aykar
Nakliyat, Bahriye Nur Karabilgin / Cem Gumrukleme Gida Silah Η Hiozm και η Dis
Tic, δεν συμμορφώθηκαν με την παράγραφο 9 του ψηφίσματος 1970/2011 για τη
συγκεκριμένη συμμετοχή τους στην προμήθεια και τη φυσική μεταφορά στρατιωτικού
υλικού στην Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA).
Η έκθεση του ΟΗΕ αποκάλυψε ότι οι πτήσεις τσάρτερ που
μεταφέρουν όπλα και στρατιωτικό εξοπλισμό απέσπασαν διπλωματική ασυλία από το
Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας για να πετάξουν στη Misrata της Λιβύης. Αυτό κατά
την έκθεση είναι ασυνήθιστο για μια εμπορική πτήση. Η επιτροπή τόνισε επίσης
ότι η Τουρκία δεν έχει ακόμη απαντήσει στα αιτήματα της ειδικής ομάδας για
διευκρινίσεις.
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία ελέγχεται από τον πρόεδρο Erdogan και τα μέλη της οικογενείας
του, ενώ η έκθεση της Ομάδας εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ σημείωσε τις επιχειρήσεις
υπό την ηγεσία των συγγενών του Erdogan ή των στενών συμμάχων
του. Για παράδειγμα, ο γαμπρός του Erdogan Selçuk Bayraktar,
επικεφαλής τεχνολογίας της εταιρείας Baykar Makina, αναδείχθηκε ως κορυφαίος
ιδιωτικός εργολάβος άμυνας μετά τον γάμο με την κόρη του. Η εταιρεία Baykar
Makina έλαβε κυβερνητική υποστήριξη για να επεκτείνει την παραγωγή της. Επιπλέον,
ο Ethem Sancak, επιχειρηματίας κοντά στο Erdogan, μετατράπηκε σε σημαντική
προσωπικότητα της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας μετά την απόκτηση της BMC το
2014.
Όπως προκύπτει από την έκθεση του ΟΗΕ, και οι δύο θα
αποτελέσουν αντικείμενο κυρώσεων από τον ΟΗΕ λόγω των παράνομων δραστηριοτήτων
τους στη Λιβύη.
Ας ελπίσουμε ότι κάποτε το Συμβούλιο Ασφαλείας των
Ηνωμένων Εθνών θα επιβάλει την συμμόρφωση της τουρκίας στις αποφάσεις του.
* Ο
Αντώνης Βασιλείου είναι Αντιστράτηγος (εα), Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός, MSc Επιχειρησιακός Ερευνητής, τ. Σύμβουλος ΟΑΣΕ επί Συμβατικών Εξοπλισμών και
τ. Μελετητής των Συστημάτων Διοικήσεως και Ελέγχου Πληροφοριών του ΝΑΤΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου