Οι αγορές προεξοφλούν τη νίκη του, γι’ αυτό και αντιδρούν όπως αντιδρούν, δήλωσε
ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σχολιάζοντας την επιτυχημένη έκδοση του 10ετούς
ελληνικού ομολόγου, αφού οι συνολικές προσφορές ξεπέρασαν τα 11,8
δισ. ευρώ, πάνω από τον στόχο, το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 3,9%, και το
δημόσιο άντλησε 2,5 δισεκ. ευρώ!!
Φυσικά η πατρότητα της θεωρίας αυτής ανήκει όχι στον κύριο, αλλά στην κυρία Μαρέβα Μητσοτάκη, η οποία σε συνέντευξή της, μήνες πριν, είχε διαπιστώσει ανάκαμψη της οικονομίας, λόγω προεξόφλησης των αγορών, της ανόδου του Κυριάκου στην εξουσία.
Μετά όμως τις επανειλημμένες ατυχείς προβλέψεις-επιθυμίες του Κυριάκου, για το πότε θα γίνουν οι εκλογές και για το ότι δεν πρόκειται να βγούμε στις αγορές, για κάποιον λόγο, οικογενειακώς πλέον, είναι πεπεισμένοι γι’ αυτήν τους την πρόβλεψη, δηλαδή την εκλογική του νίκη. Και όπως σωστά θα έλεγε κι ο Τσώρτσιλ για τις προβλέψεις της οικογένειας Μητσοτάκη, «επιτυχία είναι να πηγαίνεις από τη μία αποτυχία στην άλλη, χωρίς να χάνεις τον ενθουσιασμό σου…».
Το θέμα ωστόσο δεν είναι ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε η Μαρέβα, η οποία για να λέμε του στραβού το δίκιο, κατέχει τη λειτουργία των αγορών σε όλη την έκτασή τους, από την Ελλάδα έως τα μακρινά νησιά Κέϊμαν και από τις Ε.Π.Ε, έως και τις offshore.
Ο Κυριάκος με τη σειρά του, μπορεί να επενδύει στις αγορές, αλλά και σε κάθε θολή θεωρία, που απαιτεί οι άνθρωποι να «απανθρωπίζονται» και να θυσιάζονται μπροστά στις άγιες τράπεζες, ή να σταυρώνονται στα ταμπλό του κάθε χρηματιστηρίου.
Μια έξοδος στις αγορές, αναμφίβολα αποτελεί ένδειξη επαναφοράς στην κανονικότητα, όπως αυτή ορίζεται στον καπιταλισμό, η οποία οφείλει ωστόσο να μην είναι έξοδος του Μεσολογγίου, για τους κατοίκους σε αυτήν τη χώρα. Να μην ευημερήσουν τα νούμερα, επειδή δυστυχούν οι άνθρωποι και κυρίως, να μην ικανοποιηθούν οι δείκτες, πάνω στις ανικανοποίητες ανάγκες των ανθρώπων. Θεωρία, θα μου πείτε; Ας πάμε λοιπόν στην πράξη. Όπως έχει πει αρκετές φορές ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μέσα από αντικρουόμενες έστω δηλώσεις, «κάθε προσφορά προς την κοινωνία, σε προσλήψεις, μισθούς, συντάξεις, κοινωνικές δαπάνες, είναι επικίνδυνη».
Και τίθεται το εύλογο ερώτημα: Ποια είναι η
επικινδυνότητα; Ότι ταρακουνιούνται οι αγορές, οι οποίες αγορές νιώθουν ως
απειλή τα 50 ευρώ αύξησης ενός μισθού, ή κάθε δαπάνη για την υγεία, ενώ θεωρούν
ως ορθές μεταρρυθμίσεις και σταθερό έδαφος, κάθε e-mail, όπως αυτό που έστειλε η υπεύθυνη γνωστού
σουπερμάρκετ, απαιτώντας από τους εργαζόμενους να χαμογελούν για τα 300 ευρώ
που παίρνουν. Κατά έναν περίεργο τρόπο, η επιβράβευση των ανθρώπων, μέσω της
επιστροφής σε αυτούς μέρους όσων παράγουν, είναι εφιάλτης για τις αγορές, οι
οποίες αντιθέτως στήνουν γλέντι, όταν η χώρα πάρει την απόφαση να μην κάνει
στους πολίτες της καμία ευνοϊκή ρύθμιση για τις οφειλές στο δημόσιο, ή τα
δάνεια πρώτης κατοικίας…
Φυσικά είναι οι ίδιες αγορές, που όταν δίνονταν τα θαλασσοδάνεια και οι μίζες, κατά έναν περίεργο τρόπο, ήταν αδιατάρακτες και ήρεμες. Όταν έκλεβαν στο χρηματιστήριο, το εκλάμβαναν ως ανάπτυξη και όταν επιβάλλονταν τα μνημόνια, το πιστοποιούσαν ως βήμα για την πρόοδο. Οι αγορές λοιπόν παρουσιάζουν μια τάση μισανθρωπίας, που την ταυτίζουν με την οικονομία και μια υποκρισία, που την εμφανίζουν ως ορθή λειτουργία.
Όταν λοιπόν η Ελλάδα, βγαίνει με τα μάτια
εστιασμένα στις αγορές, δεν μπορεί να μην τις υπολογίζει, γιατί δεν αποτελεί το
μικρό γαλατικό χωριό, κάποιας ιδιόμορφης άρνησης ή αντίστασης. Τουλάχιστον όχι
μόνη της. Μπορεί όμως και πρέπει να αντιλαμβάνεται την πραγματική οικονομία, ως
μέτρο και να προσπαθεί να την ενισχύσει. Μπορεί επίσης, να πολεμήσει θεσμικά
την παθογένεια και να δώσει κίνητρα που θα φέρουν ανάπτυξη. Πρωτίστως όμως, να
αντιλαμβάνεται τις αγορές ως παιχνίδι, αλλά όχι δικό της παιχνίδι.
Η χώρα που έχασε βίαια, σαν σε πολεμική κρίση, σχεδόν το 30% του ΑΕΠ της, πρέπει να προσφέρει στους πολίτες της, ώστε να αποκατασταθεί η πραγματική κανονικότητα και όχι αυτή των χρηματιστηριακών πινάκων. Αν το κριτήριο για κάθε μεταρρύθμιση και γενναίο μέτρο, είναι τί θα πουν και πώς θα αντιδράσουν οι αγορές, τότε η χώρα είναι καταδικασμένη στην αιώνια λιτότητα, με πρόσχημα κάποια άγια των αγίων, που στην πραγματικότητα θα είναι σαν τα καζάνια της κόλασης.
Η επίκληση των αγορών δεν αποτελεί μέτρο, αλλά αντίθετα καταλήγει ως προκρούστεια κλίνη, στην οποία θα κοντύνει και θα μικρύνει, κάθε κοινωνική ευαισθησία και παροχή. Οι αγορές μπορούν να είναι παράγοντας και κριτήριο της οικονομίας, αλλά όχι τρόπος άσκησης πολιτικής. Η οικονομία οφείλει να υποτάσσεται στην πολιτική και μάλιστα σε αυτήν που ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο, διαφορετικά η πολιτική θα γίνει ο κύριος φορέας του νεοφιλελευθερισμού, θα υποταχθεί σε ανθρώπους που την ασκούν πέρα από κάθε έλεγχο και θα διογκώνει τις ανισότητες, που τελικά θα τη καταστρέψουν με τον πιο βίαιο τρόπο.
Η κάθε κυβέρνηση πρέπει να θυμάται ότι
εκλέγεται από τον λαό, από τον οποίο πηγάζει η εξουσία της και να μην
παγιδεύεται σε όλα τα διλήμματα, που οδηγούν την εξουσία σε άλλα κέντρα, με
επιχειρήματα περί ευστάθειας, εύρυθμης λειτουργίας, αλλά ουσιαστικής
υποδούλωσης και καταδίκης. Η ανησυχία π.χ. που εξέφραζε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ
το 2015, μπορεί να μην ανέτρεψε την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, όπως ήθελε, αλλά
έδωσε δείγμα δύναμης και αγωνιστικότητας σε όλη την Ευρώπη. Άλλωστε, η κάθε
σωστή κυβέρνηση, πρέπει να διαχωρίζει τη θέση της από συντηρητικές επιλογές,
που θα την οδηγούσαν στο νεοφιλελευθερισμό και οφείλει να αναζητά πιο προοδευτικές
λύσεις.
Η αναγκαιότητα γι’ αυτές τις λύσεις, φαίνεται όλο και πιο μεγάλη, όσο τα ακροδεξιά κόμματα εξαπλώνονται στη γηραιά ήπειρο.
Οι αγορές δεν μπορούν να δώσουν λύση στα μεγάλα προβλήματα της υφηλίου, γιατί έχουν αυτονομηθεί από την πολιτική και –ακόμη χειρότερα– την έχουν υποδουλώσει. Οι αγορές δεν λύνουν κοινωνικά προβλήματα αλλά σίγουρα συσσωρεύουν το χρήμα.
Τα προβλήματα λύνονται από τους πολιτικούς και τις πολιτικές που αυτοί επιλέγουν...
Το δίλημμα της κάθε κυβέρνησης, δεν είναι αν θα πρέπει να συγκρουστεί με τις αγορές, αλλά αν θα αποκαταστήσει την πολιτική, σε μια χώρα, όπου προσπαθούν και πρέπει, να αποκατασταθούν οι άνθρωποι, οι οποίοι «πλήρωσαν τη νύφη» χωρίς να φταίνε...
Όλα τα υπόλοιπα είναι για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος έχει τη δική του τεχνογνωσία, ή μπορεί να την δανειστεί από το οικογενειακό του περιβάλλον...
Ανεξάρτητος Έλληνας
πολίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου